EE: «Καυγάς» για το ποιος θα πληρώσει πόσα από το κόστος της απολιγνιτοποίησης

Με το δύσκολο κομμάτι της εφαρμογής των πράσινων στόχων που έχουν θέσει για την Ε.Ε. και την οικονομική επιβάρυνση των πολιτών θα ασχοληθούν οι 27 Ευρωπαίοι ηγέτες, κατά τη διάρκεια του διήμερου ευρωπαϊκού συμβουλίου. Ωστόσο, η εξεύρεση λύσεων δεν είναι καθόλου εύκολη.

To ευρωπαϊκό συμβούλιο έχει ήδη δεσμευτεί από το 2019 στον στόχο για μηδενισμό των ρύπων άνθρακα μέχρι το 2050, με στόχο την πάταξη του φαινομένου του θερμοκηπίου και της κλιματικής αλλαγής που αυτό προκαλεί.

Ένα χρόνο μετά, προστέθηκε και ο επιπλέον στόχος της μείωσης της εγχώριας παραγωγής ρύπων κατά τουλάχιστον 55%, σε σχέση με τα επίπεδα του 1990, μέχρι το 2030.

Η δέσμευση στους στόχους αυτούς αποδείχτηκε αρχικά εύκολη υπόθεση, πιθανότατα επειδή παρέμεναν ασαφή τα επιμέρους τμήματα της συμφωνίας, όπως για παράδειγμα οι συγκεκριμένοι στόχοι ανά κλάδους και βιομηχανίες, ειδικά γι’ αυτούς που δεν θα έχουν ενταχθεί στο μηχανισμό εμπορίας των ρύπων, αλλά και η διεύρυνση του μηχανισμού ώστε να ενταχθούν και άλλοι κλάδοι, κυρίως η βιομηχανία αυτοκινήτου.

Στην ουσία της συζήτησης αυτής, πάντως, βρίσκονται ερωτήματα που έχουν να κάνουν με την πρακτική επιβάρυνση των εισοδημάτων των πολιτών, δεδομένου ότι πολλά σημεία της πράσινης ατζέντας θα φέρουν μεταβατικά αυξήσεις στα τιμολόγια του ηλεκτρικού ρεύματος, επηρεάζοντας αντιστοίχως τα επίπεδα των τιμών των τροφίμων.

Στην προπαρασκευαστική συνάντηση των τεχνικών επιτελείων και των πρεσβευτών των κρατών μελών, την περασμένη Παρασκευή, το «debate» αναζωπύρωσε τη γνωστή κόντρα μεταξύ πλουσιότερων και φτωχότερων κρατών, περισσότερο ή λιγότερο βιομηχανικών κρατών, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει καν συμφωνία για ένα κοινό κείμενο συμπερασμάτων, το οποίο θα αποτελούσε τη βάση για συζήτηση στο ευρωπαϊκό συμβούλιο.

Να σημειωθεί ότι από το σύστημα εμπορίας ρύπων (ETS) – ακόμη είναι υπό συζήτηση η διεύρυνσή του – θα καλυφθεί μόνο περίπου το 40% του κόστους. Το 60% θα μοιραστεί μεταξύ των κρατών μελών, μόνο που ούτε ο τρόπος, ούτε και τα κριτήρια με τα οποία θα διανεμηθεί η… «λυπητερή» έχουν πλήρως αποσαφηνιστεί.

Οι μικρότερες και φτωχότερες χώρες επιμένουν σε μια αναπροσαρμογή των κριτηρίων, ώστε να επιβαρυνθούν με μικρότερο μερίδιο από το συνολικό κόστος της απολιγνιτοποίησης.

Υπάρχουν πολλαπλά σημεία τριβής, που αγγίζουν πολλά διαφορετικά κράτη μέλη. Η Πολωνία, για παράδειγμα, επιμένει σε μεγαλύτερη οικονομική αποζημίωση για τα φτωχότερα νοικοκυριά για το κόστος της απολιγνιτοποίησης, ενώ η Τσεχία ισχυρίζεται ότι η ζημιά που καταγράφει στα δάση της από την επέλαση των… σκαθαριών κινδυνεύει να τη θέσει εκτός εθνικών στόχων.

Η Δανία και η Ολλανδία, ως πλουσιότερες, αλλά ήδη πιο «πράσινες», δεν επιθυμούν να επωμιστούν το βάρος του λογαριασμού της «βρώμικης» ανατολικής Ευρώπης.

Και βέβαια, η Γερμανία προσπαθεί να αντισταθεί στην ένταξη της βιομηχανίας αυτοκινήτου στο σύστημα εμπορίας ρύπων.

Στο τραπέζι βρίσκεται και η πρόταση για ένα ειδικό τέλος άνθρακα στις εισαγωγές, μια ιδέα που βρίσκει πολλούς οπαδούς μεταξύ των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων (όπως οι χαλυβουργίες), που ανησυχούν πως θα αποκτήσουν ανταγωνιστικό μειονέκτημα έναντι των ξένων, αλλά που ήδη έχει προκαλέσει αντιδράσεις σε διπλωματικό επίπεδο από βασικούς εμπορικούς εταίρους της Ε.Ε., όπως η Ρωσία, αλλά και η Τουρκία.

Βάσει χρονοδιαγράμματος, πάντως, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει μέχρι τον Ιούλιο να καταλήξει στο πακέτο των νομοθετικών μέτρων που θα αποφασιστούν για τη διαμόρφωση του νέου νομικού πλαισίου, το οποίο θα διέπει τα περιβαλλοντολογικά όρια σε όλη την περιοχή, με απώτερο στόχο την επίτευξη της μείωσης κατά 55% των ρύπων μέχρι το τέλος της δεκαετίας.

Πηγή: ΟΤ

Προηγούμενο άρθροΑναστολή συμβάσεων: Προθεσμίες υποβολής δηλώσεων εργαζομένων για τον Μάιο [Πίνακας]
Επόμενο άρθροΠειραιάς: Έργα υποδομών και μεταφορών στον ευρύτερο πειραϊκό χώρο