Οι πιο σημαντικές αποφάσεις

Οσο πλησιάζουμε προς τις εκλογές, ένα από τα βασικά θέματα συζήτησης θα είναι το θέμα της ακρίβειας. Καλό θα ήταν πέρα από ευφυολογήματα και πλειοδοσία παροχών μεταξύ των κομμάτων, να επιχειρήσουν οι πολιτικοί να δουν με ωριμότητα το θέμα, καθώς ανάλογα με τις μετεκλογικές επιλογές που θα γίνουν μπορεί να κρύβονται και εκπλήξεις. Οταν πέρυσι τέτοιον καιρό έβγαινε ξανά από το «λυχνάρι το τζίνι» του πληθωρισμού όλοι σπεύσαμε να πούμε με ασφάλεια ότι φταίει μόνο ο Πούτιν. Τα παιχνίδια του με την ενέργεια και η εισβολή του στην Ουκρανία ήταν η μόνη αιτία, αποφανθήκαμε με σιγουριά και εν μέρει είχαμε δίκιο.

Οι κυβερνήσεις που είχαν μοιράσει «έναν σκασμό» λεφτά μέσα στην πανδημία, δήλωναν περήφανα ότι η λύση για να ξεπεραστεί το πρόβλημα των ανατιμήσεων είναι να μοιραστούν νέα χρήματα, προκειμένου να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις για το διαθέσιμο εισόδημα από την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας. Θεωρούσαν ότι αρκούσε να κάνουν αυτό που έκαναν και μετά την κρίση του 2008. Τότε η λύση ήταν εύκολη. Αρκούσε με πολλά εργαλεία, όπως μείωση επιτοκίων, ποσοτική χαλάρωση και άλλα, να ρίξουν χρήμα στην οικονομία. Το έκαναν τότε και πέτυχε. Οι ευρωπαϊκές οικονομίες, με την εξαίρεση της ελληνικής που είχε τις δικές της περιπέτειες, ανέκαμψαν. Μια δεκαετία ανέφελης ανάπτυξης εξασφαλίστηκε.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Έρχεται νέα αύξηση «μπόνους» στις συντάξεις με εφάπαξ πληρωμή

Στην παρούσα κρίση η κατάσταση είναι πιο σύνθετη. Σχεδόν ενστικτωδώς οι κυβερνήσεις θεώρησαν ότι θα αντιμετωπιστεί και αυτή με πολλά χρήματα. Αποδείχτηκε λανθασμένος τρόπος χειρισμού. Οχι για κανέναν άλλο λόγο, αλλά γιατί τα χρήματα που είχαν πέσει στην οικονομία, πολύ πριν από την ενεργειακή κρίση, με στόχο να κρατηθούν οι οικονομίες από τις επιπτώσεις της πανδημίας, ήταν επίσης πάρα πολλά. Μόνο στην ελληνική οικονομία έπεσαν πάνω από 55 δισεκατομμύρια ευρώ, από το 2020 και μετά. Η ζήτηση που προκάλεσαν στην οικονομία ήταν τόσο μεγάλη, που ακόμα και η ενεργειακή κρίση να μην ακολουθούσε, πάλι μια μορφή έξαρσης του πληθωρισμού θα είχαμε. Απλά με τον Πούτιν, απογειώθηκε το πρόβλημα.

Ολος αυτός ο πακτωλός ρευστότητας (με τον ΣΥΡΙΖΑ να φωνάζει δώστε και άλλα) θα οδηγούσαν, όπως και οδήγησαν, σε ένα άλμα τιμών που είχε χρόνια να δει όχι μόνο η ελληνική αλλά και η παγκόσμια οικονομία. Αλλωστε σχεδόν όλες οι χώρες την ίδια συνταγή, σχεδόν τυποποιημένα εφάρμοσαν.

Αυτά είναι πλέον παρελθόν. Το θέμα είναι τι γίνεται τώρα. Το βέβαιο είναι ότι μέχρι το καλοκαίρι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει να αυξάνει βίαια τα επιτόκια. Θα συνεχίσει να αποσύρει ρευστότητα από την οικονομία. Τα αποτελέσματα είναι ήδη ορατά. Ενα πρώτο κύμα μείωσης του πληθωρισμού έχει αρχίσει να εμφανίζεται.

Με δεδομένη τη νομισματική πολιτική, το κρίσιμο πεδίο από το οποίο θα κριθεί η επιτυχία της μετεκλογικής οικονομικής πολιτικής θα είναι το δημοσιονομικό. Και για αυτό ακόμα η συζήτηση εδώ στην προεκλογική Ελλάδα δεν έχει ανοίξει.

Σε επίπεδο ευρωζώνης ξεκινάει εντός του Φεβρουαρίου η διαπραγμάτευση για το νέο πλαίσιο και θα ολοκληρωθεί μετά τις εκλογές. Η Ελλάδα δεν είναι ακόμα σαφές τι επιδιώκει. Κανονικά θα έπρεπε τα κόμματα ήδη να καταθέτουν τις προτάσεις τους.

Αν το παρακάνουμε με τα επιδόματα κινδυνεύουμε να ξεμείνουμε με υψηλό πληθωρισμό. Αν από την άλλη σφίξουμε υπερβολικά το «ζωνάρι» απειλούμαστε η τρέχουσα κρίση να οδηγήσει σε στασιμοπληθωρισμό, δηλαδή σε στασιμότητα και ανεργία. Ο χρόνος μετρά ήδη αντίστροφα για τις πιο σημαντικές αποφάσεις της χρονιάς…

Προηγούμενο άρθροΈρευνες στην Κρήτη: Ενδείξεις για παρόμοια κοιτάσματα σε Κύπρο και Αιγαίο
Επόμενο άρθροΗ δύσκολη αναζήτηση αισιοδοξίας στην παγκόσμια οικονομία